Κουρασμένος
Το "Κουρασμένος" είναι μια ελληνική λέξη που σημαίνει "κουρασμένος" ή "εξαντλημένος". Χρησιμοποιείται για να περιγράψει την κατάσταση ενός ατόμου που έχει νιώσει σωματική ή ψυχική κόπωση. Αυτή η αίσθηση μπορεί να προκύψει από σωματική εργασία, έλλειψη ύπνου ή ψυχολογικό άγχος.
Η κούραση μπορεί να επηρεάσει την καθημερινή ζωή και την απόδοση ενός ατόμου. Είναι σημαντικό να αναγνωρίζουμε τα σημάδια της κούρασης και να φροντίζουμε τον εαυτό μας, όπως με την ξεκούραση και την καλή διατροφή. Η καλή υγεία και η ισορροπία είναι κρίσιμες για την αποφυγή της υπερκόπωσης.