Homonym: μάγων (Sorcerer)
Ο όρος "μάγων" αναφέρεται σε ένα άτομο που ασκεί μαγεία ή έχει γνώσεις που σχετίζονται με την υπερφυσική. Στην αρχαία Ελλάδα, οι μάγοι συχνά συνδέονταν με θρησκευτικές πρακτικές και τελετές, χρησιμοποιώντας ξόρκια και ιερά αντικείμενα για να επιτύχουν τους στόχους τους.
Στην ιστορία, οι μάγοι εμφανίζονται σε πολλές κουλτούρες, όπως οι μάγοι της Περσίας και οι μάγοι της Βαβυλώνας. Σήμερα, η έννοια του μάγου έχει εξελιχθεί και μπορεί να περιλαμβάνει καλλιτέχνες του θεάματος που χρησιμοποιούν μαγικά κόλπα για ψυχαγωγία.